Powered By Blogger

Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013

Σύντομη ιστορική αναδρομή των Ολυμπιακών Αγώνων / Αναψε η φλόγα για τους ΟΑ του Σότσι



«Αξία έχει η συμμετοχή και όχι η νίκη».
Πιερ ντε Κουμπερντέν,1863-1937



«Η γιορτή των εθνών» όπως έχουν λεχθεί από πολλούς οι Ολυμπιακοί Αγώνες, είναι η κορυφαία αθλητική διοργάνωση πολλών αγωνισμάτων που γίνεται κάθε τέσσερα χρόνια. «Μητέρα» τους είναι η Αρχαία Ελλάδα και την αναβίωσή τους οφείλουμε τον Γάλλο βαρόνο Πιέρ ντε Κουμπερτέν, στα τέλη του 19ου αιώνα.
Οι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες, γνωστοί και ως Θερινοί Ολυμπιακοί, τελούνται κάθε τέσσερα χρόνια από το 1896 και μετά, με εξαίρεση τις περιόδους που μεσολάβησαν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι.
Η αφή της Ολυμπιακής Φλόγας, στην Αρχαία Ολυμπία
Ο πρώτος εορτασμός των Ολυμπιακών Αγώνων στην αρχαιότητα που έχει καταγραφεί, ήταν στην Ολυμπία το 776 π. Χ. και είναι σχεδόν σίγουρο ότι δεν ήτανε τότε και η πρώτη φορά. Πολύ καιρό πριν διεξάγονταν τοπικοί αγώνες, με ένα και μόνο αγώνισμα: την κούρσα του σταδίου. Από τη χρονιά-ορόσημο εκείνη, έφτασαν στο απόγειό τους κατά τον πέμπτο και έκτο αιώνα π. Χ., οπότε απέκτησαν και θρησκευτική σημασία, αφού γίνονταν προς τιμή του θεού Δία, του οποίου το τεράστιο άγαλμα βρισκόταν στην Ολυμπία. Τρία αγωνίσματα παρέμειναν στις 293 Ολυμπιάδες της αρχαιότητος (δρόμος, πάλη, πένταθλο), ενώ το 200 π.Χ. προστέθηκε και το παγκράτιο. Οι νικητές θαυμάζονταν και γίνονταν αθάνατοι μέσα από ποιήματα και αγάλματα, μοναδικό δε έπαθλό τους ήταν ένα στεφάνι από κλαδί ελιάς.
Στις πόλεις που βρίσκονταν σε πολεμική σύρραξη, παύονταν οι εχθροπραξίες όσο διαρκούσαν οι Αγώνες. Ήταν δε τέτοια η τιμή για μία πόλη να έχει Ολυμπιονίκη, που στην επιστροφή του από τους Ολυμπιακούς Αγώνες γκρέμιζαν ένα μέρος των τειχών της, θέλοντας να δείξουν πως «δεν τα έχουμε ανάγκη, με τέτοιο ημίθεο συμπολίτη»!
Οι αθλητές αγωνίζονταν γυμνοί, γι’ αυτό και οι κανονισμοί απαγόρευαν αυστηρά την είσοδος των γυναικών, όχι μόνο στον αγωνιστικό χώρο, αλλά και σε μεγάλη απόσταση από αυτόν. Αν μία γυναίκα συλλαμβανόταν να παραβιάζει την αρχή αυτή, αντιμετώπιζε τη θανατική ποινή. Μοναδική εξαίρεση απετέλεσε η Ροδίτισσα Καλλιπάτειρα, λίγο καιρό μετά το θάνατο του άντρα της, του Διαγόρα του Ρόδιου, που πήγε ντυμένη άντρας, θέλοντας να θαυμάσει το γιό της Πεισίρροδο που αγωνιζόταν στην πάλη. Την πρόδωσε όμως ο υπέρμετρος ενθουσιασμός της για τη νίκη του και με τις κινήσεις της αποκαλύφθηκε ότι ήταν γυναίκα. Οι ελλανοδίκες την αθώωσαν, αφού είχε τόσους Ολυμπιονίκες στην οικογένεια (πατέρα, σύζυγο, αδέλφια, γιό και ανιψιό). Την Καλλιπάτειρα τίμησαν και ύμνησαν πολλοί σύγχρονοί της, αλλά και μεταγενέστεροι, όπως ο Λορέτζος Μαβίλης με το γνωστό ομώνυμο σονέτο του.
Όταν οι Ρωμαίοι κατέλαβαν την Ελλάδα, οι Ολυμπιακοί Αγώνες άρχισαν να χάνουν τη σημασία τους και αυτό έγινε περισσότερο εμφανές όταν ο Χριστιανισμός έγινε η επίσημη θρησκεία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, μέχρι που 393 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος απαγόρευσε την διεξαγωγή τους. Αξίζει εδώ να σημειωθεί πως το 67 μ. Χ. ήλθε στην Ελλάδα και ο αυτοκράτορας της Ρώμης Νέρωνας, ο οποίος πήρε μέρος σε όλους τους αγώνες! Στο διάστημα δε της χρονιάς εκείνης μόνο, «εξασφάλισε»… 1400 νίκες!!!
 Διάφορες δάδες Ολυμπιακών αγώνων
Κατά τον 17ο αιώνα γίνονταν αθλητικές οργανώσεις μικρής έκτασης σε κάποιες χώρες (π.χ. Αγγλία, Γαλλία, Ελλάδα) που έφεραν το όνομα "Ολυμπιακοί αγώνες". Το 1856 ο Ε. Ζάππας εισηγείται στον Όθωνα την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων και τρία χρόνια αργότερα πραγματοποιούνται τα πρώτα «Ολύμπια», με παράλληλη έκθεση βιομηχανικών προϊόντων, κάτι που ήταν μακριά από τη φιλοσοφία του Ζάππα. Το θέμα όμως άρχισε να παίρνει γενικότερο ενδιαφέρον, μετά την ανακάλυψη των ερειπίων της αρχαίας Ολυμπίας από Γερμανούς αρχαιολόγους, στα μέσα του 19ου αιώνα.
Ο λόγιος Μηνάς Μηνωίδης, από την Έδεσσα, που τότε δίδασκε την αρχαία ελληνική γλώσσα σε πανεπιστήμιο του Παρισιού, μετέφρασε και δημοσίευσε το 1858 στη γαλλική το "Γυμναστικό" του Φιλόστρατου και το συνόδευσε με κείμενό του, υποστηρίζοντας την ανάγκη της αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων.
Λίγο αργότερα, ο αθλητής και Γενικός Γραμματέας των γαλλικών αθλητικών σωματείων, βαρόνος Πιέρ ντε Κουμπερτέν, προσπαθούσε να δικαιολογήσει την ήττα των Γάλλων στον Γαλλοπρωσικό πόλεμο (1870-1871), λέγοντας ότι αυτή οφείλεται στην έλλειψη της κατάλληλης φυσικής διαπαιδαγώγησης των συμπατριωτών του, η οποία ήθελε να βελτιωθεί. Οραματιζόταν ακόμα να ενώσει τις εθνότητες και να φέρει τη νεολαία κοντά στον αθλητισμό, για να γίνονται πόλεμοι. Πίστευε ότι η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων θα πετύχαινε και τους δύο πιο πάνω στόχους του. Παρ’ ότι συνάντησε πολλά και μεγάλα εμπόδια, κατάφερε να διοργανωθούν και να διεξαχθούν το 1896 οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακού Αγώνες στην πόλη και τη χώρα που τους γέννησε.
Αν και οι αθλητές που πήραν μέρος τότε δεν ξεπερνούσαν τους 250, ήταν η μεγαλύτερη αθλητική διοργάνωση που έγινε ποτέ. Ο Σπύρος Λούης δε, απέσπασε το μοναδικό χρυσό μετάλλιο στο Μαραθώνιο για τη χώρα μας. Οι Έλληνες αξιωματούχοι και το κοινό ήταν πολύ ενθουσιασμένοι και ζήτησαν να διεξάγονται μόνιμα στην Ελλάδα, κάτι με το οποίο δεν συμφώνησε η ΔΟΕ.
Αξίζει να σημειωθεί εδώ πως οι 75.000 θέσεις του καλλιμάρμαρου Παναθηναϊκού σταδίου, όπου διεξήχθησαν, ήταν καθημερινά συμπληρωμένες, τη στιγμή που ο συνολικός πληθυσμός της Αθήνας και του Πειραιά ανερχόταν σε 180.000 κατοίκους! Οι εκτιμήσεις μιλάνε και για 50.000 ακόμη που είχαν συγκεντρωθεί την πρώτη μέρα στους γύρω δρόμους.
Μετά όμως την αρχική επιτυχία και τον ενθουσιασμό που την ακολούθησε, οι αγώνες είχαν σοβαρά προβλήματα. Στο Παρίσι το 1900 και στο Σεντ Λούις το 1904 επισκιάστηκαν από διεθνή εμπορικά γεγονότα (εκθέσεις), στις οποίες είχαν περιληφθεί. Όμως ο «κατήφορος» δεν σταμάτησε εδώ και άρχισε να γίνεται από τότε ορατός ο εκφυλισμός τους. Σε αντίθεση με τα πιστεύω του Κουμπερτέν, οι Ολυμπιακοί Αγώνες δεν απέτρεψαν τους πολέμους και έτσι διακόπηκε η διεξαγωγή τους κατά την πρώτη και δεύτερη παγκόσμια πολεμική σύρραξη. Πολιτικά ζητήματα και οικονομικά συμφέροντα επηρέασαν επίσης αρκετές Ολυμπιάδες, ενώ το 1936 στο Βερολίνο χρησιμοποιήθηκαν για πολιτική προπαγάνδα από τον Αδόλφο Χίτλερ και τους Ναζί. Κατά δε τις δεκαετίες του 1970 και 1980 επηρεάστηκαν από μποϋκοτάζ Αφρικανικών κρατών, επειδή η Νέα Ζηλανδία μετείχε σε αγώνες ράγκμπι στην Νότια Αφρική. Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και άλλα κράτη του δυτικού κόσμου αρνήθηκαν να αγωνιστούν στους Ολυμπιακούς του 1980 στη Μόσχα, επειδή η Σοβιετική Ένωση είχε εισβάλει στο Αφγανιστάν. Η Σοβιετική Ένωση και άλλες ανατολικές χώρες μποϊκόταραν τους Ολυμπιακούς του 1984 στο Λος Άντζελες.
Για πρώτη φορά το 1924 αποφασίσθηκε να οργανωθεί μια "Διεθνής Eβδομάδα Χειμερινών Αγώνων" (με χειμερινά σπορ) στο Σαμονί της Γαλλίας, υπό τη διοργάνωση της ΔΟΕ και σε συνδυασμό με την Ολυμπιάδα την ίδια χρονιά στο Παρίσι. Γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία, το 1925 η ΔΟΕ αποφάσισε να είναι ξεχωριστή η διοργάνωση για τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες, που μέχρι το 1992 διεξάγονταν την ίδια χρονιά με τους θερινούς. Το 1986 η Επιτροπή αποφάσισε να γίνονται κάθε τέσσερα χρόνια αλλά δύο χρόνια μετά τους θερινούς.
Στις 6 Ιουλίου 2007, στη συνδιάσκεψη της ΔΟΕ στη Γουατεμάλα, αποφασίστηκε η διεξαγωγή Ολυμπιακών Αγώνων Νέων για αθλητές και αθλήτριες από 14 ως 18 ετών, από το 2010. Στο πρόγραμμα περιλαμβάνονται τα ίδια αθλήματα, αλλά τα αγωνίσματά τους είναι προσαρμοσμένα στις ηλικίες των αθλητών, χωρίς όμως να ανακρούονται οι εθνικοί ύμνοι των χωρών των νικητών, ούτε να γίνεται έπαρση σημαιών. Κατά τα άλλα, υπάρχει το τελετουργικό με τη φλόγα και οι τελετές έναρξης και λήξης. Οι πρώτοι Θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες Νέων διεξήχθησαν στη Σιγκαπούρη τον Αύγουστο του 2010 και οι επόμενοι θα γίνουν το 2014 στο Ναντζίνγκ της Κίνας. Οι πρώτοι Χειμερινοί, το 2012 στο Ίνσμπρουκ της Αυστρίας.
Μία από τις σημαντικές στιγμές κάθε Ολυμπιάδας, είναι η τελετή έναρξης. Κάθε πόλη που φιλοξενεί το μεγάλο αυτό γεγονός, προσπαθεί μέσα απ’ αυτό να περάσει την ιστορία της στον υπόλοιπο κόσμο. Έχει πλέον καθιερωθεί οι τελετές να γίνονται Παρασκευή πριν το πρώτο Σαββατοκύριακο των Αγώνων. Σε αντίθεση, η τελετή λήξης έχει πιο χαλαρό χαρακτήρα.
Από τις μέχρι σήμερα διοργανώσεις των σύγχρονων Ολυμπιακών αγώνων αξίζει να σημειώσουμε:
- Η πρώτη σύγχρονη Ολυμπιάδα (Αθήνα, 1896), διεξήχθη τρία μόλις χρόνια μετά το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του Χ. Τρικούπη και ο μεγαλύτερος «χορηγός» ήταν ο εθελοντισμός.
- Οι Ολυμπιακοί αγώνες του 1908 είχαν οριστεί να γίνουν στην Ρώμη, αλλά η έκρηξη του Βεζούβιου έστειλε την διοργάνωση στο Λονδίνο.
- Το Λονδίνο, επίσης, το 2012 φιλοξενεί για τρίτη φορά την Ολυμπιάδα στη σύγχρονη ιστορία της, οι δε ΗΠΑ την φιλοξένησαν το 1996 για τέταρτη φορά, ενώ το Πεκίνο μία και μοναδική, το 2008.
- Το 1912 πήραν μέρος για πρώτη φορά αθλητές απ’ όλον τον κόσμο, όπως «ορίζει» και το έμβλημα των Ολυμπιακών Αγώνων (οι πέντε κύκλοι), που συμβολίζουν την ένωση των πέντε ηπείρων, καλώντας όλους τους αθλητές του κόσμου να λάβουν μέρος στους Αγώνες. Το έμβλημα αυτό δε, συμπεριλαμβάνει και τα χρώματα των σημαιών όλων των κρατών του κόσμου.
- Με εμφανή τα ερείπια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, οι Βέλγοι αναλαμβάνουν με την Ολυμπιάδα της Αμβέρσας, το 1920, να τονώσουν το ηθικό της χώρας τους και όλης της ανθρωπότητας, μετά την αδυναμία της Βουδαπέστης να πραγματοποιήσει τους αγώνες. Μετά από αίτημα της διοργανώτριας χώρας, δεν έλαβαν μέρος οι χώρες που είχαν προκαλέσει τον πόλεμο αυτόν.
- Το 1900 και το 1924 έγιναν στο Παρίσι, σε ένδειξη τιμής αλλά και λόγω της επιθυμίας του Γάλλου Πιερ Ντε Κουμπερτέν.
- Το Ελσίνκι είχε κερδίσει την Ολυμπιάδα του 1940, αλλά δεν έγινε, λόγω της κήρυξης του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
- Το 1972 στο Μόναχο αμαυρώθηκαν από τα γεγονότα της παραμονής της έναρξης, όταν σκοτώθηκαν 11 Ισραηλινοί.
- Το 2004 η «μητέρα» του Ολυμπισμού διοργανώνει για δεύτερη φορά τους Ολυμπιακούς αγώνες στη σύγχρονη ιστορία τους, μετά από 108 χρόνια.
Στη διοργάνωση των Ολυμπιακών αγώνων στην Αθήνα, το 2004, δόθηκε τέτοια έμφαση στο πνεύμα του θεσμού, πού δεν είχε δοθεί τις τελευταίες δεκαετίες από καμία άλλη χώρα και ήταν τέτοιος ο σεβασμός όλων, που μόνο θετικά σχόλια εκφράστηκαν, ακόμα και από εκείνα κράτη που μας είχαν κατηγορήσει και θεωρούσαν βέβαιη την αποτυχία μας. Πρωτοφανής για τα Ελληνικά χρονικά υπήρξε και η κατάκτηση μεταλλίων. Ευχόμαστε σύντομα να ξαναζήσουμε, καθώς και όλη η ανθρωπότητα, τέτοιες μεγάλες στιγμές! Προς το παρόν να ευχηθούμε να «γκρεμίσουμε τείχη» σε πολλές Ελληνικές πόλεις, μετά την Ολυμπιάδα του Λονδίνου!
Ιδιαίτερη τιμή και προβολή για τη χώρα μας σε κάθε Ολυμπιάδα αποτελούν η αφή της Ολυμπιακής φλόγας, που χωρίς αυτήν οι ολυμπιακοί Αγώνες δε μπορούν να διεξαχθούν, η παρέλαση και ο Ολυμπιακός Ύμνος.
Η φλόγα, η αφή της οποίας γίνεται με ιδιαίτερο τελετουργικό τρόπο στην Αρχαία Ολυμπία, ταξιδεύει σε πολλά κράτη, για να καταλήξει στο βωμό των Αγώνων της χώρας που τους διεξάγει.
Την παρέλαση των αθλητών ανοίγει τιμητικά η Γαλανόλευκη, η Σημαία της χώρας που γέννησε τους Ολυμπιακούς αγώνες. Σημαιοφόρος δε, πάντα είναι κορυφαίος Έλληνας αθλητής.
Πριν το 1958, η εκάστοτε χώρα-διοργανώτρια των Αγώνων, ανέθετε τη σύνθεση ενός Ολυμπιακού Ύμνου σε διάφορους συνθέτες. Το 1958 όμως, ο «Ολυμπιακός Ύμνος», γραμμένος από τον Κωστή Παλαμά και μελοποιημένος από τον Σπύρο Σαμάρα, επελέγη από την ΔΟΕ ως επίσημος Ύμνος των Ολυμπιακών Αγώνων. Έτσι, από την Ολυμπιάδα της Ρώμης, το 1960, ανακρούεται σε κάθε τελετή έναρξης και λήξης, που συνήθως είναι και μεταγλωττισμένος στη γλώσσα της διοργανώτριας χώρας.
Κλείνοντας το μικρό αυτό αφιέρωμα στους Ολυμπιακούς Αγώνες, με την ευκαιρία της διεξαγωγής τους, θεωρήσαμε πρέπον να αναφερθούμε σε δύο εξέχουσες προσωπικότητες του θεσμού: Τον Πιερ ντε Κουμπερτέν και το Σπύρο Λούη.

Ο βαρόνος Πιερ ντε Κουμπερτέν
Θα ήταν μια μακρινή ανάμνηση μόνο οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αρχαιότητας, χωρίς τον φωτισμένο Γάλλο βαρόνο Πιερ ντε Κουμπερτέν. Μελετώντας σε πολύ μεγάλο βάθος «το ωραίο, το μεγάλο και τ’ αληθινό», υποκλίθηκε σε αυτό και ένωσε την προσπάθειά του με αυτές άλλων σύγχρονών του οραματιστών (π.χ. Ε. Ζάππα, Δ. Βικέλα). Αποτέλεσμα ήταν να ζωντανέψουν και πάλι οι Ολυμπιακοί Αγώνες.
Ο Πιερ ντε Κουμπερτέν 
Ο Πιερ ντε Κουμπερτέν γεννήθηκε το 1863 στο Παρίσι. Αγάπησε τα σπορ, ασχολήθηκε ενεργά με πολλά αθλήματα (ξιφασκία, κωπηλασία, πυγμαχία, ποδηλασία) και εργάστηκε σκληρά για εισαχθεί η φυσική αγωγή στα σχολεία της Γαλλίας.
Οι ιδέες του κρίθηκαν ιδιαίτερα αυστηρά από πολλούς, γιατί λίγοι βρέθηκαν να καταλάβουν τη μεγάλη σημασία των προσπαθειών του. Όμως αυτός δεν πτοήθηκε. Ήταν βέβαιος ότι ο ελληνικός πολιτι¬σμός και ιδιαίτερα η αθλητική παιδεία μπορούσαν να βοηθήσουν πολύ τον άνθρωπο να διαμορφώσει καλό χαρακτήρα. Πίστευε ότι μέσα από το «εύ αγωνίζεσθαι» μπορούν οι λαοί να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, να βοηθήσουν στην ειρήνη, στην κατανόηση και στη συνεργασία. Ξεκίνησε λοιπόν μια εκστρατεία, για να εξασφαλίσει διεθνή υποστήριξη για την οργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Το 1894 διοργάνωσε Διεθνές Αθλητικό Συνέδριο στο Παρίσι γι' αυτό το θέμα, με τη συμμετοχή δεκατριών χωρών. Τότε πάρθηκε η απόφαση να ξεκινήσουν και πάλι οι Ολυμπιακοί Αγώνες και μάλιστα στη χώρα που γεννήθηκαν, στην Ελλάδα. Αποφασιστική ήταν και η συμβολή του Έλληνα λόγιου Δημητρίου Βικέλα.
Ο Κουμπερτέν πρότεινε ακόμη να υπάρχει μια μόνιμη Επιτροπή για την οργάνωση και την επίβλεψη των Αγώνων, κάτι που πήρε σάρκα και οστά στις 23 Ιουνίου της ίδια χρονιάς, λαμβάνοντας την ονομασία «Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή», που αυτή διαμόρφωσε και τη δομή του Ολυμπιακού Κινήματος. Ο ίδιος δε, διετέλεσε Πρόεδρός της από το 1896 έως το 1925 με γενικό γραμματέα τον Έλληνα λόγιο Δημήτριο Βικέλα και μέλη προσωπικότητες από διάφορα κράτη. Ασχολήθηκε με την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων ακόμα και ως προς τις λεπτομέρειες, δημιούργησε τους πέντε Ολυμπιακούς κύκλους και καθιέρωσε τις διαδικασίες της τελετής έναρξης και της τελετής λήξης. Ο πρώτος Πρόεδρος της ΔΟΕ ήταν ο Έλληνας λόγιος Δημήτρης Βικέλας (1894-1896).
Όταν πέθανε ο Κουμπερτέν, το 1937, το πένθος δεν ήταν μόνο πανελλήνιο αλλά παγκόσμιο. Είχε αγαπήσει τόσο πολύ την Ολυμπία, που ζήτησε να θάψουν εκεί την καρδιά του. Πράγματι, η καρδιά του βρίσκεται θαμμένη σε ειδική στήλη στον ιερό αυτό χώρο, όπως ο ίδιος το θέλησε.
Ο Εθνικός Ήρωας Σπύρος Λούης
Ο Λούης με παραδοσιακή Ελληνική ενδυμασία,
απαθανατισμένος από τον Γερμανό Άλμπερτ Μάγιερ,
τον φωτογράφο των Ολυμπιακών Αγώνων
του 1896.
Ο Σπύρος Λούης ήταν ο πρώτος Έλληνας Ολυμπιονίκης (χρυσό μετάλλιο) στο Μαραθώνιο δρόμο και εθνικός ήρωας.
Γεννήθηκε στο Μαρούσι, στις 12 Ιανουαρίου του 1873 και καταγόταν από φτωχή αγροτική οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν νερουλάς και ο Σπύρος τον βοηθούσε στο κουβάλημα του νερού.
Όταν αποφασίστηκε η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, το 1894, άρχισαν οι προετοιμασίες για την πρώτη διοργάνωση στην Αθήνα. Ο Γάλλος, Μισέλ Μπρεάλ, εμπνεόμενος και τιμώντας άθλο του αγγελιοφόρου Φειδιππίδη να αναγγείλει την νίκη των Αθηναίων στη μάχη του Μαραθώνα, πρότεινε να προστεθεί στα αγωνίσματα και ο Μαραθώνιος Δρόμος, άθλημα που δεν είχε διεξαχθεί ποτέ μέχρι τότε.
Στην Ελλάδα εκδηλώθηκε μεγάλος ενθουσιασμός για το νέο άθλημα και αποφασίστηκε να οργανωθούν προκαταρκτικοί αγώνες για τους Έλληνες αθλητές που θα ήθελαν να δηλώσουν συμμετοχή. Διοργανωτής των προκαταρκτικών αυτών αγώνων ήταν ο συνταγματάρχης του στρατού Παπαδιαμαντόπουλος και χρειάστηκε η μεσολάβησή του να πείσει τον παλιό στρατιώτη του Σπύρο Λούη να δηλώσει συμμετοχή, αφού ποτέ δεν είχε ξεχάσει την αντοχή του στο τρέξιμο και στις μεγάλες αποστάσεις, όταν υπηρετούσε τη θητεία του. Ο πρώτος προκαταρκτικός διοργανώθηκε το μήνα Μάρτη, που ήταν συγχρόνως και ο πρώτος Μαραθώνιος αγώνας. Ο Λούης δεν πήρε μέρος στον πρώτο, αλλά στον δεύτερο προκαταρτικό, δύο εβδομάδες αργότερα.
Κατά τη διεξαγωγή του επίσημου αγώνα, τη μεγάλη σωματική κόπωση του Έλληνα αθλητή Σπύρου Λούη ανακούφισε ένα ποτηράκι κρασί στο ύψος του Πικερμίου, κερασμένο από κάποιον ταβερνιάρη της περιοχής! Στο στάδιο, η ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη, επειδή ένας αγγελιοφόρος με ποδήλατο είχε βιαστεί να φέρει την είδηση ότι προηγείτο Αυστραλός αθλητής. Ξαφνικά έφτασε και δεύτερος αγγελιοφόρος, που τον είχε στείλει κάποιος αστυνόμος, μόλις ο Λούης μπήκε μπροστά και ανήγγειλε ότι πρώτος στον αγώνα δρόμου ήταν Έλληνας! Οι χιλιάδες θεατές άρχισαν να πανηγυρίζουν ξέφρενα και να φωνάζουν ρυθμικά: «Έλλην, Έλλην»!
Ο Λούης μπήκε στο στάδιο, όπου τον υποδέχτηκε ο λαός μαζί με δυο πρίγκιπες, τον αργότερα διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο και τον πρίγκιπα Γεώργιο. Τον κέρναγαν διάφορα ποτά και του πρόσφεραν δώρα. Πολλοί του έταζαν από κοσμήματα, ως δωρεάν ξύρισμα στο κουρείο τους για πάντα! Κανείς δεν ξέρει αν πήρε κάποια από αυτά τα δώρα ο Ολυμπιονίκης. Ο βασιλιάς Γεώργιος τον ρώτησε τι δώρο θα ήθελε να του κάνει, και εκείνος του απάντησε :
« Ένα γαϊδουράκι να με βοηθάει να κουβαλάω το νερό»!!!
Ο Λούης έτρεξε τον μαραθώνιο σε χρόνο 2 ώρες, 58 λεπτά και 50 δεύτερα. Μετά τους Ολυμπιακούς, γύρισε στις καθημερινές του ασχολίες και δεν πήρε μέρος σε κανέναν άλλο αγώνα δρόμου. Έζησε μια ζωή ήρεμη, εργαζόμενος ως αγρότης, και αργότερα ως τοπικός αστυνομικός.
Το 1926 κατηγορήθηκε για πλαστογράφηση στρατιωτικών εγγράφων και φυλακίσθηκε, για να αθωωθεί ένα χρόνο μετά. Φυσικά, η υπόθεση προκάλεσε πολύ σάλο.
Την τελευταία δημόσια εμφάνισή του έκανε το 1936, όταν προσκλήθηκε τιμητικά από τους διοργανωτές των θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 1936, που διεξήχθησαν στο Βερολίνο. Εκεί πήρε μέρος στην τελετή έναρξης, παρελαύνοντας με φουστανέλα πίσω από τον Έλληνα σημαιοφόρο και κρατώντας ένα κλαδί ελιάς στο δεξί του χέρι.
Το Καλλιμάρμαρο Παναθηναϊκό Στάδιο
Ο Εθνικός Ήρωας Σπύρος Λούης πέθανε λίγους μήνες πριν από την Ιταλική εισβολή στην Ελλάδα. Πολλές αθλητικές λέσχες στη χώρα μας και στο εξωτερικό έχουν το όνομά του, όπως το κύριο στάδιο στο Ολυμπιακό Αθλητικό Κέντρο Αθήνας, στον τόπο διεξαγωγής των θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, καθώς επίσης και η λεωφόρος που περνά απέξω. Στο Μόναχο, το όνομά του φέρει η λεωφόρος «Spiridon-Louis-Ring», που περνάει από το εκεί Ολυμπιακό πάρκο.
Μετά τη νίκη του στο Μαραθώνιο το 1896, η παροιμιώδης έκφραση «έγινε Λούης» λέγεται για κάποιον που εξαφανίζεται τρέχοντας γρήγορα.
Ο ασήμαντος μέχρι εκείνη τη στιγμή Σπύρος Λούης απέδειξε με τη στάση του και με την εν γένει ζωή του το σεβασμό του στον Ολυμπισμό και σε κάθε τι το ιδεώδες που εκπέμπεται από τη μεγάλη αυτή Αξία και μας κάνει να στεκόμαστε εκστατικοί στο Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα.
…Κι εμείς οι σύγχρονοι και «μοντέρνοι» έλληνες, παζαρεύουμε σήμερα το χρυσό του μετάλλιο!
     Ένας ακόμα θεσμός, πέραν της Χειμερινής Ολυμπιάδας και της Ολυμπιάδας Νέων που καθιερώθηκε από την ΔΟΕ τα τελευταία σχετικά χρόνια, είναι οι Παραολυμπιακοί Αγώνες ή special Olympics, όπως είναι και διεθνώς γνωστοί. Οι Αγώνες αυτοί είναι οι ισοδύναμοι Ολυμπιακοί Αγώνες για τους αθλητές με διαφόρων ειδών αναπηρίες, που θεσμοθετήθηκαν για πρώτη φορά το 1948 στην Ολυμπιάδα του Λονδίνου και έγιναν την ίδια χρονιά στο Στόουκ Mάντεβιλ της Αγγλίας. Στην επόμενη τετραετία συμμετείχαν και αθλητές από την Ολλανδία και έτσι γεννήθηκε το διεθνές κίνημα που είναι γνωστό πλέον ως Παραολυμπιακό Κίνημα.
     Οι πρώτοι Αγώνες Ολυμπιακού χαρακτήρα για άτομα με αναπηρία οργανώθηκαν το 1960 στην Ρώμη, ύστερα από την Ολυμπιάδα στην ίδια πόλη και θεωρούνται ως οι πρώτοι επίσημοι, όπου συμμετείχαν 400 αθλητές από 23 χώρες σε 8 αθλήματα. Από τότε, διεξάγονται κάθε 4 χρόνια, πάντα την ίδια χρονιά με την Ολυμπιάδα και μικρό χρονικό διάστημα μετά τη λήξη της. Το 1976 έγιναν και οι πρώτοι Χειμερινοί Παραολυμπιακοί Αγώνες στην Σουηδία. Οι Παραολυμπιακοί της Σεούλ (1988) ξεχώρισαν και από το γεγονός ότι χρησιμοποιήθηκαν και γι’ αυτούς οι ίδιες εγκαταστάσεις με τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
     Η Ελλάδα συμμετέχει στο θεσμό αυτόν από το 1976 και σε Χειμερινούς από το 2002. Από το 1988 η χώρα μας συμμετέχει με επίσημες Εθνικές Αποστολές, οπότε και κατακτήθηκαν τα πρώτα μετάλλια. Στις επόμενες Ολυμπιάδες οι Ελληνικές διακρίσεις και οι κατακτήσεις μεταλλίων είχαν ανοδική πορεία. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι το 2002 στο Σύδνεϋ, για να φτάσουμε το 2004 στην Αθήνα, που η Ελλάδα συμμετείχε με την πολυπληθέστερη Ομάδα, αποτελούμενη από 137 αθλητές, η οποία συνέχισε να καταδεικνύει την ανοδική πορεία του Παραολυμπιακού κινήματος στη χώρα μας, κινώντας το ενδιαφέρον όλης της Ελληνικής Κοινωνίας. Οι Έλληνες αθλητές και οι Ελληνίδες αθλήτριες κατάφεραν να κατακτήσουν συνολικά 20 μετάλλια, εννέα περισσότερα, δηλαδή, από αυτά που είχαν κερδίσει στο Σύδνεϋ. Τέσσερα χρόνια μετά τους πολύ επιτυχημένους αγώνες της Αθήνας (στο Πεκίνο, το 2008) η ανοδική πορεία συνεχίστηκε, με αποτέλεσμα να έλθουν στην Πατρίδα μας 24 μετάλλια και η Ελλάδα να πάρει την εικοστή θέση στην παγκόσμια κατάταξη. Στη χώρα μας τα τελευταία και μόνο χρόνια έχει δοθεί έμφαση από την πολιτεία στα δικαιώματα των συνανθρώπων μας αυτών. Κατασκευάστηκαν π.χ. ειδικοί ανάγλυφοι διάδρομοι στα πεζοδρόμια για τυφλούς, ευρύχωρα ασανσέρ σε πολυκατοικίες, ράμπες σε σκάλες και πεζοδρόμια για να διευκολύνονται αναπηρικά αμαξίδια, κλπ.

Πέραν των όποιων αυτών διευκολύνσεων, η κατάκτησή τους να διοργανώνεται μια ακόμα ξεχωριστή Ολυμπιάδα, αναμφισβήτητα συνέβαλε και στην ίση αντιμετώπισή τους απ’ όλους μας. Ο όρος, άλλως τε, «Παραολυμπιακοί», σημαίνει δίπλα, μαζί+Ολυμπιακοί. Είναι ακόμα σημαντικότερο όμως πως μια τέτοια καταξίωση – μια τέτοια διοργάνωση συνέβαλε και συμβάλλει τα μέγιστα στη δική τους αυτοπεποίθηση. Οι συνάνθρωποί μας με ειδικές ανάγκες, αλλά και με ειδικές ικανότητες συνάμα, μας διδάσκουν καθημερινά τη δύναμη της θέλησης και έχουν κατακτήσει επάξια τη θέση τους και στον τομέα αυτό, κάτι που κάποιες δεκαετίες πριν ίσως και να φάνταζε ουτοπία.
 Του Νίκου Χρ. Παπακωνσταντόπουλου
Πηγές:
- Εγκυκλοπαίδεια «Ελλαδική».
- Εγκυκλοπαίδεια «Γιοβάνη».
- Βικιπαίδεια.


Άναψε την Κυριακή, στην αρχαία Ολυμπία, η φλόγα που θα "φωτίσει" τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Σότσι στη Ρωσία.

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2013

Ολυμπιακή Εκεχειρία



Ολυμπιακή Εκεχειρία

Η Ολυμπιακή εκεχειρία είναι η παύση των εχθροπραξιών που συντελούνταν μεταξύ των αρχαίων ελληνικών πόλεων κατά την περίοδο που συμμετείχαν στους Αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες. Τις τελευταίες δεκαετίες, γίνεται προσπάθεια η εκεχειρία αυτή να καθιερωθεί ως παγκόσμιος θεσμός, τουλάχιστον κατά την περίοδο που διοργανώνονται οι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες.


Ιστορικό

Η ιδέα της Ολυμπιακής Εκεχειρίας (ή ιερή εκεχειρία) είναι συνυφασμένη με τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην αρχαία εποχή. Από την έβδομη μέρα πριν από την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων μέχρι την έβδομη μέρα μετά το πέρας τους, οι πόλεμοι σταματούσαν έτσι ώστε οι αθλητές, απαλλαγμένοι από στρατιωτικές υποχρεώσεις, να μπορούν να ταξιδέψουν για να συμμετάσχουν στους Αγώνες.


Την παραμονή των Ολυμπιακών Αγώνων του 1992, άρχισε μία σύγχρονη προσπάθεια για την αναβίωση του θεσμού της Ολυμπιακής Εκεχειρίας. Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ) κάλεσε για την τήρηση της Ολυμπιακής Εκεχειρίας, ώστε αθλητές από την πρώην Γιουγκοσλαβία να συμμετάσχουν στους Αγώνες της XXIII Ολυμπιάδας στη Βαρκελώνη. Πρωτοβουλίες εκεχειρίας προωθήθηκαν και τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του 1994, 1998 και 2000 αλλά και των χειμερινών αγώνων.



Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή προχώρησε πρόσφατα στο να ιδρύσει το Διεθνές Ίδρυμα Ολυμπιακής Εκεχειρίας και το Διεθνές Κέντρο Ολυμπιακής Εκεχειρίας και βρίσκεται πάντα σε συνεργασία με τις εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις. Το Κέντρο είναι ένας διεθνής Μη Κυβερνητικός Οργανισμός, με έδρα την Αρχαία Ολυμπία και γραφεία στην Αθήνα. Σήμερα, Πρόεδρος του Διεθνούς Κέντρου Ολυμπιακής Εκεχειρίας είναι ο πρόεδρος της ΔΟΕ Ζακ Ρογκ και αντιπρόεδρος η Ελληνίδα πολιτικός Φάνη Πετραλιά και ο πρώην Πρωθυπουργός της Ελλάδας Γιώργος Παπανδρέου.



Στις 3 Νοεμβρίου 2003, 190 κράτη-μέλη του Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), αριθμός-ρεκόρ στην ιστορία του οργανισμού, συγκηδεμόνευσαν ψήφισμα που κατέθεσε η Ελλάδα καλώντας όλα τα έθνη να συμμετάσχουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004 με 16 μέρες ειρήνης.
από ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Την Κυριακή η τελετή Αφής της Ιερής Φλόγας στα Ολύμπια για του Χειμερινούς στο Σότσι




Την Κυριακή η τελετή Αφής της Ιερής Φλόγας στα Ολύμπια για του Χειμερινούς στο Σότσι

Συντάκτης:
| 09/27/2013
Την Κυριακή η τελετή Αφής της Ιερής Φλόγας στα Ολύμπια για του Χειμερινούς στο Σότσι
Ανακοινώθηκε από την Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή το πρόγραμμα της Λαμπαδηδρομίας με τη Φλόγα των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων 2014, που θα διεξαχθούν στο Σότσι της Ρωσίας.

Η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή έχει διοργανώσει Λαμπαδηδρομία που θα διανύσει περίπου 2.000 χιλιόμετρα, στο χρονικό διάστημα από τις 29 Σεπτεμβρίου μέχρι τις 5 Οκτωβρίου. Η ιερή Φλόγα, θα περάσει από 33 πόλεις σε 23 νομούς της χώρας, στα χέρια 250 λαμπαδηδρόμων.
Η τελετή Αφής της Ιερής Φλόγας θα ξεκινήσει στις 12 το μεσημέρι της Κυριακής 29 Σεπτεμβρίου, στο στάδιο της Αρχαίας Ολυμπίας. Την πρώτη μέρα η Φλόγα θα περάσει από τον Πύργο, θα φθάσει στην Αμαλιάδα στις 13:59 το μεσημέρι της Κυριακής, στις 2:30 η Ολυμπιακή Φλόγα θα φθάσει στην Αρχαία Ήλιδα όπου θα γίνει μία σεμνή τελετή, την Τρίπολη, για να διανυκτερεύσει στα Καλάβρυτα.
Στον ιερό χώρο της Αρχαίας Ήλιδας την φλόγα θα συνοδεύσει και θα ανάψει το βωμό, ο αθλητής του στίβου του «Κοροίβου» Παναγιώτης Μάντης, ο οποίος έχει διακριθεί σε Βαλκανικά και Πανελλαδικά πρωταθλήματα, το 2010 στο Πανελλήνιο πρωτάθλημα πέτυχε την καλύτερη επίδοση όλων των εποχών στο αγώνισμα του εξάθλου και το 2012 στο Βαλκανικό πρωτάθλημα στο Βελιγράδι, πέτυχε τη δεύτερη καλύτερη επίδοση όλων των εποχών.
Τη Δευτέρα 30/9 η Λαμπαδηδρομία θα ξεκινήσει στις 8:30 π.μ. από τα Καλάβρυτα με κατεύθυνση την Πάτρα. Η Φλόγα θα περάσει τη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου και θα συνεχίσει με στάσεις σε Μεσολόγγι και Αγρίνιο, πριν φτάσει το απόγευμα στο Καρπενήσι όπου θα διανυκτερεύσει.
Την Τρίτη 1η Οκτωβρίου η αναχώρηση από την πρωτεύουσα της Ευρυτανίας έχει οριστεί στις 9 π.μ. Η Φλόγα θα περάσει από τη Λαμία, το Βόλο και τη Λάρισα και θα διανυκτερεύσει στην πόλη της Κατερίνης.
Την Τετάρτη 2/10 η Λαμπαδηδρομία θα αρχίσει στις 9 π.μ. και θα κατευθυνθεί στη Θεσσαλονίκη, όπου προγραμματίζεται ειδική τελετή στον Λευκό Πύργο. Θα ακολουθήσουν στάσεις σε Γιαννιτσά, Νάουσα και Εδεσσα, ενώ το βράδυ η Φλόγα θα μείνει στη Φλώρινα.
Στις 8 π.μ. της Πέμπτης 3/10 η Ιερή Φλόγα θα ξεκινήσει από τη Φλώρινα, με πρώτο προορισμό την Καστοριά. Θα ακολουθήσουν τα Γρεβενά, τα Ιωάννινα και η Καλαμπάκα, ενώ η διανυκτέρευση θα γίνει στα Τρίκαλα.

Την Παρασκευή 4/10 η Λαμπαδηδρομία θα αρίσει στις 9 π.μ. από τα Τρίκαλα και, αφού περάσει από την Καρδίτσα, θα κατευθυνθεί στο Ιερό Μαντείο των Δελφών. Θα ακολουθήσουν στάσεις σε Αράωβα και Λιβαδειά και το απόγευμα η Ολυμπιακή Φλόγα θα φτάσει στην Αθήνα και θα διανυκτερεύσει στην Ακρόπολη, απ΄όπου την επομένη (Σάββατο 5/10) θα ματαφερθεί στο Παναθηναϊκό Στάδιο.
Η τελετή παράδοσης της Ολυμπιακής Φλόγας στους Ρώσους διοργανωτές θα γίνει στις 18:10 του Σαββάτου, στο Καλλιμάρμαρο

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2013

Γιατί οι έντιμοι και ικανοί συνήθως δεν ασχολούνται με την Πολιτική;



Γιατί οι έντιμοι και ικανοί συνήθως δεν ασχολούνται με την Πολιτική;



      Ο μεγάλος αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Πλάτων (427-347 π.Χ.) γύρω στο 374 π.Χ. έγραψε  το κορυφαίο έργο του Πολιτεία, μέσω του οποίου σχεδίασε την εικόνα του ιδα-νικού πολιτεύματος με επίγνωση του πόσο δύσκολη είναι η πραγματοποίησή του.
Στο έργο αυτό μέσα από την αφήγηση του Σωκράτη αναφέρεται και η συζήτηση που έγινε με θέμα τη φύση της δικαιοσύνης, αλλά κυρίως για τη δημιουργία ενός ιδανικού κράτους, στο οποίο θα κυριαρχεί η ιδέα του αγαθού και το οποίο κράτος θα υφίσταται  για να παρέχει την αληθινή ευτυχία στους πολίτες του. Για να επιτευχθεί όμως αυτό οι άρχοντες πρέπει να εργάζονται για το καλό των άλλων (των αρχομένων) και όχι το δικό τους! Ένα τέτοιο κράτος όμως βρίσκεται στη σφαίρα της ουτοπίας.
Ας δούμε τι ακριβώς γράφει ο Πλάτων για την εξουσία (άρχοντες - πολιτικούς) και τους εξουσιαζόμενους (αρχόμενους - πολίτες) [Πολιτεία, Βιβλίο Α, 346-347].

Αφηγείται ο Σωκράτης:
 «Καμιά τέχνη και καμιά εξουσία δεν έχει ως αντικείμενο της ασχολίας της την δική της προσωπική ωφέλεια, αλλά […] το αντικείμενο της εξουσίας και των προσταγών της είναι η ωφέλεια του εξουσιαζομένου, και το κάνει αυτό έχοντας εμπρός στα μάτια της το συμφέρον του εξουσιαζομένου που είναι ασθενέστερος και όχι το συμφέρον του ισχυροτέρου.
Γι’ αυτό ακριβώς […] κανένας δεν αποφασίζει με τη θέλησή του να γίνεται άρχων [μηδένα ἐθέλειν  ἑκόντα ἄρχειν] και να έχει στα χέρια του την ξένη αθλιότητα, προσπαθώντας να τη διορθώσει, αλλά ζητά μισθό, επειδή όποιος έχει την πρόθεση να δουλέψει ως σωστός τεχνίτης,  όταν οι προσταγές του είναι σύμφωνες με την τέχνη, δεν πράττει ούτε προστάζει ό,τι συμφέρει αυτόν τον ίδιον, αλλά ό,τι συμφέρει τον αρχόμενο. Γι’ αυτήν ακριβώς την αιτία, για όσους πρόκειται να αποφασίσουν να γίνουν άρχοντες, πρέπει να εξασφαλιστεί ως μισθός, ή χρήματα ή τιμή ή τιμωρία, εάν κανένας δεν θέλει να αναλάβει την εξουσία [μισθὸν δεῖν ὑπάρχειν τοῖς μέλλουσιν ἐθελήσειν ἄρχειν, ἢ ἀργύριον ἢ τιμήν, ἢ ζημίαν ἐὰν μὴ ἄρχῃ]».
Τι θέλεις να ειπείς μ’ αυτό Σωκράτη; είπε ο Γλαύκων. Τα δύο είδη του μισθού που ανέφερες μπορώ να τα καταλάβω• δεν αντιλαμβάνομαι όμως πώς εννοείς την τιμωρία και πώς την έχεις βάζεις στην ίδια μοίρα με τον μισθό.
Από την ερώτησή σου εικάζεται ότι δεν μπορείς να καταλάβεις ποιος είναι ο μισθός των εντίμων ανθρώπων, αυτός δηλαδή που παρακινεί τους ενάρετους ανθρώπους να φορτώνονται τα βάρη της εξουσίας, όταν αποφασίζουν να γίνονται άρχοντες, Μήπως δεν γνωρίζεις πως το να αγαπά κάποιος τις τιμές και τα χρήματα, όχι μόνο κατά την γνώμη του λαού, αλλά και στην πραγματικότητα είναι όνειδος;
Αυτό τουλάχιστον το γνωρίζω, είπε.
Γι’ αυτό ακριβώς, είπα εγώ, οι καλοί δεν παρακινούνται ούτε από χρήματα ούτε από τιμές να γίνονται άρχοντες [οὔτε χρημάτων ἕνεκα ἐθέλειν ἄρχειν οἱ ἀγαθοί οὔτε τιμῆς]• γιατί δεν τους αρέσει ούτε λαμβάνοντας φανερά τον μισθό του αξιώματός τους να χαρακτηρίζονται ως έμμισθοι, ούτε να στιγματίζονται ως κλέφτες επωφελούμενοι κρυφά από την άσκηση της εξουσίας [οὔτε γὰρ φανερῶς πραττόμενοι τῆς ἀρχῆς ἕνεκα μισθὸν μισθωτοὶ βούλονται κεκλῆσθαι, οὔτε λάθρᾳ αὐτοὶ ἐκ τῆς ἀρχῆς λαμβάνοντες κλέπται], ούτε πάλι η δόξα μπορεί να είναι κίνητρο γι’ αυτούς, αφού δεν αγαπούν τη δόξα. Δεν πρόκειται λοιπόν αυτοί να αποφασίσουν να γίνουν άρχοντες, αν δεν αναγκαστούν και απειληθούν με τιμωρία. Εξ αιτίας αυτού έχει επικρατήσει σχεδόν η γνώμη ότι είναι ντροπή να θέλει κανείς από μόνος του να αναλάβει εξουσία,  χωρίς να υπάρχει η απειλή του εξαναγκασμού. Και η πιο βαριά τιμωρία (για κάποιον έντιμο) είναι το να εξουσιάζεται από κάποιον χειρότερό του, στην περίπτωση που δεν αποφασίζει ο ίδιος να αναλάβει την εξουσία. Επειδή αυτή την τιμωρία, πιστεύω ότι φοβούνται οι ενάρετοι άνθρωποι, δέχονται να αναλάβουν την εξουσία, όταν γίνονται άρχοντες, και ασκούν τότε την εξουσία, όχι με την ιδέα ότι κάνουν κάτι καλό ούτε για να τους δοθεί μέσω των αξιωμάτων η ευκαιρία να περάσουν καλά, αλλά ενεργούν από ανάγκη, αφού δεν θα βρίσκεται καλύτερό τους ή όμοιός τους, για να παραλάβει την εξουσία. Γιατί υπάρχει κίνδυνος πως, αν υπήρχε μια πόλη κατοικημένη από εναρέτους (έντιμους) ανθρώπους, θα ήταν μέσα σ’ αυτή περιζήτητο πράγμα η μη ανάληψη της εξουσίας, σε όσο βαθμό είναι σήμερα (περιζήτητο) η ανάληψή της [ἐπεὶ κινδυνεύει πόλις ἀνδρῶν ἀγαθῶν εἰ γένοιτο, περιμάχητον ἂν εἶναι τὸ μὴ ἄρχειν ὥσπερ νυνὶ τὸ ἄρχειν]. Και στην περίπτωση αυτή θα γινόταν ολοφάνερο ότι πραγματικά στον χαρακτήρα του σωστού άρχοντα δεν είναι να επιδιώκει το συμφέρον του, αλλά το συμφέρον των αρχομένων (δηλ. των πολιτών). Έτσι κάθε γνωστικός άνθρωπος θα προτιμούσε να ωφελείται αυτός από άλλον και να μην έχει σκοτούρες εργαζόμενος προς όφελος των άλλων”.
Το ανωτέρω κείμενο του Πλάτωνα είναι πολύ επίκαιρο σήμερα. Οι έντιμοι και ικανοί συνήθως απέχουν από τα κοινά και δεν επιδιώκουν να αναλάβουν εξουσίες για τους ίδιους ακριβώς λόγους που αναφέρει ο Πλάτων. Όσοι το επιχείρησαν ή αφομοιώθηκαν από το κρατούν σάπιο πολιτικό σύστημα ή τα παράτησαν γρήγορα. Αλλά έως τώρα τουλάχιστον και ο πολύς λαός δεν προτιμά τους έντιμους και ικανούς.
Οι έντιμοι (αγαθοί - ενάρετοι, κατά τον Πλάτωνα) δεν επιδιώκουν τα αξιώματα και τις τιμές, ούτε έχουν ανάγκη από την εφήμερη δόξα που προσφέρει η ανάληψη εξουσίας. Ούτε φυσικά θα καταδεχτούν να γυρίζουν στην αγορά και στα καφενεία, ή και στα μνη-μόσυνα ακόμα, για να ζητήσουν την ψήφο του οποιουδήποτε. Οι ικανοί, επίσης, δεν αφήνουν την εργασία τους για να ασχοληθούν με την πολιτική για να λάβουν διάφορα αξιώματα, τα οποία φέρνουν εύκολο χρήμα και πρόσκαιρες τιμές. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι τον καταργηθέντα, ευτυχώς, νόμο για το ασυμβίβαστο του βουλευτικού αξιώμα-τος και της ασκήσεως επαγγέλματος εισηγήθηκαν και υποστήριξαν επαγγελματίες πολιτικοί, οι οποίοι δεν άσκησαν  ποτέ οποιοδήποτε επάγγελμα στη ζωή τους!

 

Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2013









  
20 Σεπτεμβρίου 1971 – 20 Σεπτεμβρίου 2013  , 42 χρόνια από το θάνατο του Νομπελίστα Γιώργου Σεφέρη
Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού
η μεγάλη πέτρα κοντά στις αραποσυκιές και τ' ασφοδίλια
το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας
και το κλειστό κρεββάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου
χρυσά• τ' άστρα του Κύκνου κι εκείνο τ' άστρο ο Αλδεβαράν.

Κράτησα τη ζωή μου,
κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας
ανάμεσα σε κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής
σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξυάς,
καμμιά φωτιά στην κορυφή τους• βραδυάζει.

Κράτησα τη ζωή μου• στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή
μια χαρακιά στο γόνατό σου, τάχα να υπάρχουν
στην άμμο τού περασμένου καλοκαιριού τάχα
να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω
γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή.

Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν, μήτε η γυναίκα
περπατώντας σκυφτή, βυζαίνοντας το παιδί της.

Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές• o χιονισμένος
κάμπος, ώς πέρα ο χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν,
μήτε o καιρός κλειστός σε βουβά ερμοκκλήσια, μήτε
τα χέρια που απλώνονται για να γυρέψουν, κι οι δρόμοι.

Κράτησα τη ζωή μου ψιθυριστά μέσα στην απέραντη σιωπή,
δεν ξέρω πια να μιλήσω, μήτε να συλλογιστώ• ψίθυροι
σαν την ανάσα του κυπαρισσιού τη νύχτα εκείνη
σαν την ανθρώπινη φωνή της νυχτερινής θάλασσας στα χαλίκια
σαν την ανάμνηση της φωνής σου λέγοντας «ευτυχία».

Κλείνω τα μάτια γυρεύοντας το μυστικό συναπάντημα των νερών
κάτω απ τον πάγο το χαμογέλιο τής θάλασσας τα κλειστά πηγάδια
ψηλαφώντας με τις δικές μου φλέβες τις φλέβες εκείνες πού μου ξεφεύγουν
εκεί πού τελειώνουν τα νερολούλουδα κι αυτός ό άνθρωπος
πού βηματίζει τυφλός πάνω στο χιόνι τής σιωπής.

Κράτησα τη ζωή μου, μαζί του, γυρεύοντας το νερό πού σ' αγγίζει
στάλες βαρειές πάνω στα πράσινα φύλλα, στο πρόσωπό σου,
μέσα στον άδειο κήπο, στάλες στην ακίνητη δεξαμενή,
βρίσκοντας έναν κύκνο νεκρό μέσα στα κάτασπρα φτερά του,
δέντρα ζωντανά και τα μάτια σου προσηλωμένα.

Ο δρόμος αυτός δεν τελειώνει, δεν έχει αλλαγή, όσο γυρεύεις
να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια, εκείνους πού έφυγαν, εκείνους
πού χάθηκαν μέσα στον ύπνο• τους πελαγίσιους τάφους,
όσο ζητάς τα σώματα πού αγάπησες να σκύψουν
κάτω από τα σκληρά κλωνάρια τών πλατάνων εκεί
πού στάθηκε μια αχτίδα τού ήλιου γυμνωμένη
και σκίρτησε ένας σκύλος και φτεροκόπησε ή καρδιά σου,
ο δρόμος δεν έχει αλλαγή· κράτησα τη ζωή μου.

Το χιόνι και το νερό παγωμένο στα πατήματα των αλόγων.

1961, Ηχητικό μέρος ( ποίηση Γ.Σεφέρη, Μουσική: Μ.Θεοδωράκη, Ερμηνεία: Γρ. Μπιθικώτση)                                   
Ο Γιώργος Σεφεριάδης/ Σεφέρης, γεννήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου 1900 στα Βουρλά  ( Urla ) της Σμύρνης και απεβίωσε στις 20 Σεπτεμβρίου 1971.  Η κηδεία του έγινε δυό μέρες μετά , στις 22 Σεπτεμβρίου 1971 και  εξελίχθηκε σε διαδήλωση κατά της χούντας. Αναφορικά με τη δίσεκτη  ημέρα γεννήσεώς του ( 29 Φεβρουαρίου ), συνήθιζε να χαριτολογεί λέγοντας μάλιστα κάποια στιγμή στον  αμερικανό συγγραφέα Χένρυ Μίλλερ, πώς σε μερικούς μήνες θα γιόρταζε τα δέκατα γενέθλιά του, αφού γιόρταζε την ημέρα των γενεθλίων του , κάθε τέσσερα χρόνια !!!
Την ποιητική του κλίση την έδειξε ήδη από τα 14 , η  δε οικογένειά του μετανάστευσε στην Ελλάδα  πριν την εκστρατεία και τη Μ.Ασιατική καταστροφή. Αποφοίτησε από το Πρότυπο Κλασσικό Γυμνάσιο Αθηνών. Το 1917 τον βρήκε οικογενειακώς στο Παρίσι όπου διέμεινε μέχρι το 1924, σπουδάζοντας Νομικά και λογοτεχνία, ενώ στη συνέχεια βρέθηκε στο Λονδίνο . Το επόμενο έτος επέστρεψε στην Αθήνα και το 1927 διορίστηκε ακόλουθος Πρεσβείας .
Ο Γ. Σεφέρης στο πατρικό του στα Βουρλά ( Urla )
Ξεκίνησε τις δημοσιεύσεις του ως Γ.Σεφεριάδης ( 1928 ), στη Νέα Εστία, όμως το Μάϊο του 1931 εκδόθηκε η «Στροφή» με το αλλαγμένο πλέον όνομά του σε Γ.Σεφέρης. Λόγω της διπλωματικής του καριέρας ταξίδευε και μετατίθετο συνεχώς, ενώ παράλληλα έγραφε και δημοσίευε. Ο πατέρας του , δικηγόρος στο Παρίσι, το 1933 εκλέχθηκε πρύτανης του πανεπ. Αθηνών και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Παντρεύτηκε την Μαρία Ζάννου και στις 22 Απριλίου 1941 λόγω της Γερμανικής κατοχής έφυγε για την Αίγυπτο. Παρά τον πόλεμο , τον εμφύλιο και τις συχνές διπλωματικές μετακινήσεις του, έγραφε συνεχώς και όποτε μπορούσε δημοσίευε. Παρά την Ευρωπαϊκή παιδεία και εμπειρία του , τις μεταφράσεις του Ελιοτ, Κλωντέλ, Βαλερί και Πάουντ , η ποιητική και λογοτεχνική του κατάθεση είναι βαθιά ελληνική εμπνεόμενη  κυρίως από τη Μ.Ασιατική καταστροφή.
Η διεθνής φήμη που απέκτησε μετά την βράβευσή του με το Νόμπελ Λογοτεχνίας  ( 10.12.1963) τον κατέταξε ανάμεσα στους παγκοσμίως αναγνωρισμένους λογοτέχνες/ ποιητές (ακολούθησε ο Οδ. Ελύτης το 1979 ).  Όταν στις 28 Μαρτίου 1969 μίλησε δημόσια κατά της χούντας, του αφαιρέθηκε ο τίτλος του πρέσβη επί τιμή  αλλά το ανάστημά του δεν μπορούσε πλέον να βλαφτεί.
Το πατρικό του Γ. Σεφέρη στα Βουρλά ( Urla )
λίγο πριν αρχίσει η ανακαίνισή του από τις Τουρκικές Αρχές
Η ποίησή του, αν και φαινομενικά μελαγχολική ή απαισιόδοξη , φέρει και αναλαμπές αισιοδοξίας διατηρώντας έτσι αφενός το μέτρο/ ισορροπία , αφετέρου το ύφος της λαϊκής Μ..Ασιατικής ποιητικής των μανέδων που παρά το ελεγειακό τους στοιχείο,  τελειώνουν αισιόδοξα. Σίγουρα είναι υπαινικτική και συμβολική, καταδεικνύει όμως σαφώς τη συνάντηση της αρχαίας και νεότερης παράδοσης, τη μοίρα του ελληνισμού, την αποδημία , το διωγμό , τη μετανάστευση  με το σύγχρονο δυτικό πολιτισμό. Οι ποιητικές του συλλογές είναι οι:  Στροφή, Εστία, Αθήνα 1931, Πάνω σ' έναν ξένο στίχο, Εστία, Αθήνα 1931, Η Στέρνα, Εστία, Αθήνα 1932, Σχέδια στο περιθώριο, ανάτυπο από Τα Νέα Γράμματα, Αθήνα 1935, Μυθιστόρημα, Κασταλία, Αθήνα 1935, Γυμνοπαιδία, ανάτυπο από Τα Νέα Γράμματα, Αθήνα 1936, Τετράδιο Γυμνασμάτων (1928-1937), τυπ. Ταρουσοπούλου, Αθήνα 1940, Ημερολόγιο καταστρώματος Α΄, τυπ. Ταρουσοπούλου, Αθήνα 1940, Ημερολόγιο καταστρώματος Β΄, ιδιωτική έκδοση, Αλεξάνδρεια 1944, Ημερολόγιο καταστρώματος Β΄, Ίκαρος, Αθήνα 1945, Τελευταίος σταθμός, ανάτυπο από Το Τετράδιο, 1947, Κίχλη, Ίκαρος, Αθήνα 1947, Ημερολόγιο καταστρώματος Γ΄ (με τον τίτλο Κύπρον, οὗ μ'ἐθέσπισεν), Ίκαρος, Αθήνα 1955, Τρία κρυφά ποιήματα, τυπ. Γαλλικού Ινστιτούτου, Αθήνα 1966, Τετράδιο Γυμνασμάτων Β΄, Ίκαρος, 1976 (μεταθανάτια έκδοση), Επί Ασπαλάθων..., "Le Μonde", Αθήνα 1971 (μεταθανάτια έκδοση), ενώ έγραφε και δύο ( 2 ) Μυθιστορήματα, το  Έξι νύχτες στην Ακρόπολη, Ερμής, Αθήνα 1974 (μεταθανάτια έκδοση) και το Βαρνάβας Καλοστέφανος, Μ. Ι. Ε. Τ., Αθήνα 2007 (μεταθανάτια έκδοση, ημιτελές). Τα Δοκίμιά του είναι τέσσερα ( 4 ) , τα :  Δοκιμές, τυπ. Γιούλη, Κάιρο 1944, Δοκιμές, Φέξης, Αθήνα 1962, Εκλογή από τις Δοκιμές, Γαλαξίας, Αθήνα 1966 και Δοκιμές, Ίκαρος, Αθήνα 1992 (μεταθανάτια έκδοση). Τέλος οι μεταφράσεις του ειδικά στον Ελιοτ, θεωρούνται μοναδικές : Θ. Σ. Έλιοτ, Η έρημη χώρα και άλλα ποιήματα, Ίκαρος, Αθήνα 1949, Θ. Σ. Έλιοτ, Φονικό στην Εκκλησιά, Ίκαρος, Αθήνα 1963, Αντιγραφές, Ίκαρος, Αθήνα 1965, Άσμα Ασμάτων, χ.ε., Αθήνα 1965, Η Αποκάλυψη του Ιωάννη, Ίκαρος, Αθήνα 1966.
Παρακάτω σε παράρτημα , η ομιλία του Γ.Σεφέρη  στις 10.12.1963 στη Στοκχόλμη κατά τη λήψη του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας: 
Το πατρικό του Γ. Σεφέρη στα Βουρλά ( Urla )
ανακαινισμένο, σήμερα
« Τούτη την ώρα αισθάνομαι πως είμαι ο ίδιος μια αντίφαση. Αλήθεια, η Σουηδική Ακαδημία έκρινε πως η προσπάθειά μου σε μια γλώσσα περιλάλητη επί αιώνες, αλλά στην παρούσα μορφή της περιορισμένη, άξιζε αυτή την υψηλή διάκριση. Θέλησε να τιμήσει τη γλώσσα μου, και να – εκφράζω τώρα τις ευχαριστίες μου σε ξένη γλώσσα. Σας παρακαλώ να μου δώσετε τη συγγνώμη που ζητώ πρώτα-πρώτα από τον εαυτό μου.
Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που μας χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα. Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά· κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο, πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες. Ο ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμα πρόκειται για φυσικά φαινόμενα: «Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα» λέει ο Ηράκλειτος, «ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν».
Οδός ( σοκάκι ) Γ. Σεφέρη στα Βουρλά ( Urla )
Συλλογίζομαι πως δεν αποκλείεται ολωσδιόλου να ωφεληθεί ένας σύγχρονος επιστήμων, αν στοχαστεί τούτο το απόφθεγμα του Ίωνα φιλοσόφου. Όσο για μένα συγκινούμαι παρατηρώντας πως η συνείδηση της δικαιοσύνης είχε τόσο πολύ διαποτίσει την ελληνική ψυχή, ώστε να γίνει κανόνας και του φυσικού κόσμου. Και ένας από τους διδασκάλους μου (εννοεί τον Μακρυγιάννη), των αρχών του περασμένου αιώνα, γράφει: «…θα χαθούμε γιατί αδικήσαμε…» Αυτός ο άνθρωπος ήταν αγράμματος· είχε μάθει να γράφει στα τριανταπέντε χρόνια της ηλικίας του. Αλλά στην Ελλάδα των ημερών μας, η προφορική παράδοση πηγαίνει μακριά στα περασμένα όσο και η γραπτή. Το ίδιο και η ποίηση. Είναι για μένα σημαντικό το γεγονός ότι η Σουηδία θέλησε να τιμήσει και τούτη την ποίηση και όλη την ποίηση γενικά, ακόμη και όταν αναβρύζει ανάμεσα σ” ένα λαό περιορισμένο. Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την
ποίηση. Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα, και τι θα γινόμασταν αν η πνοή μας λιγόστευε; Είναι μια πράξη εμπιστοσύνης κι ένας Θεός το ξέρει αν τα δεινά μας δεν τα χρωστάμε στη στέρηση εμπιστοσύνης.
Τμήμα εσωτερικού και σκάλα ,
στο πατρικό του Γ. Σεφέρη στα Βουρλά ( Urla ) , σήμερα
Παρατήρησαν, τον περασμένο χρόνο γύρω από τούτο το τραπέζι, την πολύ μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις ανακαλύψεις της σύγχρονης επιστήμης και στη λογοτεχνία· παρατήρησαν πως ανάμεσα σ” ένα αρχαίο ελληνικό δράμα και ένα σημερινό, η διαφορά είναι λίγη. Ναι, η συμπεριφορά του  ανθρώπου δε μοιάζει να έχει αλλάξει βασικά. Και πρέπει να προσθέσω πως νιώθει πάντα την ανάγκη ν” ακούσει τούτη την ανθρώπινη φωνή που ονομάζουμε ποίηση. Αυτή τη φωνή που κινδυνεύει να σβήσει κάθε στιγμή από στέρηση αγάπης και ολοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγημένη, ξέρει πού να βρει καταφύγιο· απαρνημένη, έχει το ένστικτο να πάει να ριζώσει στους πιο απροσδόκητους τόπους. Γι” αυτή δεν υπάρχουν μεγάλα και μικρά μέρη του κόσμου. Το βασίλειό της είναι στις καρδιές όλων των ανθρώπων της γης. Έχει τη χάρη να αποφεύγει πάντα τη συνήθεια, αυτή τη βιομηχανία. Χρωστώ την ευγνωμοσύνη μου στη Σουηδική Ακαδημία που ένιωσε αυτά τα πράγματα· που ένιωσε πως οι γλώσσες, οι λεγόμενες περιορισμένης χρήσης, δεν πρέπει να καταντούν φράχτες όπου πνίγεται ο παλμός της ανθρώπινης καρδιάς· που έγινε ένας Άρειος Πάγος ικανός: να κρίνει με αλήθεια επίσημη την άδικη μοίρα της ζωής, για να θυμηθώ τον Σέλεϋ, τον εμπνευστή, καθώς μας λένε, του Αλφρέδου Νόμπελ, αυτού του ανθρώπου που μπόρεσε να εξαγοράσει την αναπόφευκτη βία με τη μεγαλοσύνη της καρδιάς του.
Σ” αυτόν τον κόσμο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν” αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου κι αν βρίσκεται. Όταν, στο δρόμο της Θήβας, ο Οιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα, κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Οιδίποδα » 
Εσωτερικό πατρικού Γ. Σεφέρη στα Βουρλά ( Urla ) ,
με φωτογραφίες και αναφορές στο έργο του στα πλαίσια
της ελληνοτουρκικής φιλίας – σήμερα
Δημήτρης Σταθακόπουλος

Δρ. κοινωνιολογίας της ιστορίας, Παντείου πανεπιστημίου Διπλωματούχου Βυζαντινής μουσικής - μουσικολόγου Μέλους του international society for ethnomusicology Bloomington Indiana Univ. Δικηγόρου παρ’ Αρείω Πάγω Μέλους του Δ.Σ του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά Μέλους της Ελληνικής αντιπροσωπείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση Δικηγόρων CCBE

Διεθνής Ημέρα Ειρήνης 21.9.2013




Διεθνής Ημέρα Ειρήνης

Διεθνής Ημέρα Ειρήνης
Η Διεθνής Ημέρα Ειρήνης καθιερώθηκε το 1981 από τον ΟΗΕ για να συμπίπτει με την ετήσια γενική συνέλευση του Οργανισμού κάθε Σεπτέμβριο. Από το 2001 γιορτάζεται σε σταθερή ημερομηνία, την 21η Σεπτεμβρίου κάθε χρόνου.
Την ημέρα αυτή προγραμματίζονται διάφορες εκδηλώσεις σε όλο τον κόσμο από τον ΟΗΕ, τις Μ.Κ.Ο, από θρησκευτικές οργανώσεις και τις τοπικές κοινωνίες των πολιτών για την προώθηση των ιδανικών της ειρήνης και της μη βίας.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.sansimera.gr/worldays/53#ixzz2fQp056Kn

Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2013

Η Ευρώπη χρειάζεται τα αρχαία ελληνικά, ασχέτως με το τι απαιτούν κάποιοι σύγχρονοι Έλληνες


ΑΠΟΨΕΙΣ










Η Ευρώπη χρειάζεται τα αρχαία ελληνικά, ασχέτως με το τι απαιτούν κάποιοι σύγχρονοι Έλληνες

Ήθελα να μάθω αρχαία ελληνικά. Στο σχολείο μου, ωστόσο, μου είπαν ευγενικά ότι εκεί τα αρχαία ελληνικά είχαν πεθάνει και θα έπρεπε να πάω αλλού για να τα μάθω – αν επέμενα πραγματικά. Δεν θα προτιμούσα να μάθω μια άλλη ζωντανή γλώσσα αντ’ αυτού; Η απάντησή μου ήταν πώς όχι, προτιμούσα αυτό το νεκρό πυρσό πολιτισμού και ανθρωπισμού, αλλά δεν είχα επιλογή.




















Έχει λοιπόν ανοίξει τώρα μια συζήτηση γύρω από την αφαίρεση των αρχαίων ελληνικών από τη διδακτέα ύλη των ελληνικών σχολείων. Φιλόλογοι σε όλη την Ευρώπη δίνουν αγώνα για να διατηρήσουν ζωντανή τη διδασκαλία των δύο σπουδαίων κλασικών γλωσσών, της ελληνικής και της λατινικής. Παλεύουν σε αντίξοες συνθήκες. Πώς να αντιταχτούν στην επέλαση των «μοντέρνων» στοιχείων της σχολικής διδασκαλίας και σε μια στρατιά αδαών που κηρύσσουν ότι οι γλώσσες, για να έχουν σήμερα συνάφεια με τη διδακτέα ύλη, πρέπει να εξασκούνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Πώς να σταθούν απέναντι σε αυτό το χείμαρρο αντιξοοτήτων αν η ίδια η Ελλάδα εγκαταλείψει τη γλώσσα που αποτελεί το θεμέλιο του επιστημονικού, νομικού και καλλιτεχνικού λόγου τον οποίο είμαστε σήμερα σε θέση να αρθρώσουμε;

Ήθελα να μάθω αρχαία ελληνικά. Στο σχολείο μου, ωστόσο, μου είπαν ευγενικά ότι εκεί τα αρχαία ελληνικά είχαν πεθάνει και θα έπρεπε να πάω αλλού για να τα μάθω – αν επέμενα πραγματικά. Δεν θα προτιμούσα να μάθω μια άλλη ζωντανή γλώσσα αντ’ αυτού; Η απάντησή μου ήταν πώς όχι, προτιμούσα αυτό το νεκρό πυρσό πολιτισμού και ανθρωπισμού, αλλά δεν είχα επιλογή. Οπότε επέλεξα κάτι ζωντανό, το οποίο ήταν διαθέσιμο, αλλά πάντοτε μου έλειπαν τα αρχαία ελληνικά. Με ενοχλούσε το γεγονός ότι ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, ο Δημόκριτος, ο Σοφοκλής και όλοι οι άλλοι δεν θα ήταν «άμεσα» προσβάσιμοι σε έμενα.


Μετά από χρόνια, ξεκίνησα να μαθαίνω νέα ελληνικά. Μια γλώσσα στην οποία δεν μπορεί κανείς να έχει δομημένη πρόσβαση χωρίς αναφορά, συνεχή αναφορά, στην αρχαία γλώσσα των Ελλήνων. Τα ελληνικά πήραν τους κανόνες τους, απέκτησαν τη μορφή τους, σχεδίασαν τους ήχους τους, τα γράμματα και τα νοήματά τους, χιλιάδες χρόνια πριν. Τα ελληνικά, αν και διαφοροποιημένα, παραμένουν μια ενιαία γλώσσα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Τα ελληνικά έχουν μια γλωσσολογική συνέχεια για πάνω από 3000 χρόνια. Κανένας λογικός διαμορφωτής πολιτικής δεν θα ήθελε να διαγράψει αυτή την πραγματικότητα από το ελληνικό σχολικό πρόγραμμα.


Όποιος επιδιώκει να αποκτήσει επαρκή γνώση της γλώσσας του Καβάφη έχει ανάγκη να καταλάβει τη δομή της γλώσσας του Ομήρου. Αυτός που αναζητά να αντιληφθεί τη γλώσσα του Καζαντζάκη πρέπει να βασιστεί στη λογική του Περικλή. Ίσως αυτό είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτό από ένα φυσικό ομιλητή των νέων ελληνικών. Αλλά επιτρέψτε μου να σας διαβεβαιώσω: όλοι οι άλλοι που θέλουν κατανοήσουν και να μάθουν να χειρίζονται τα νέα ελληνικά θα επωφεληθούν πολύ από τα ελληνικά του παρελθόντος.


Μαθηματικά, φιλοσοφία, πολιτική και τέχνες ριζώθηκαν πρώτα στην αρχαία Ελλάδα. Οι ιδρυτές του σύγχρονου ελληνικού κράτους πήραν ώθηση για τον αγώνα τους την ικανότητά τους να παραθέτουν αποσπάσματα από το πρωτότυπο από την Οδύσσεια, την Πολιτεία και το Φιλοκτήτη. Ήταν η γλώσσα στην οποία δόθηκε νόημα στην ύπαρξή μας. Τα αρχαία ελληνικά είναι μια γλώσσα μέσω της οποίας η Ελλάδα συνεχίζει να εμπνέει την Ευρώπη και τον κόσμο. Αυτοί που θέλουν να στερήσουν από τους μαθητές των ελληνικών σχολείων αυτή την κληρονομιά και αυτές τις προοπτικές θα απέκοπταν την Ελλάδα από τις ρίζες της. Καμία συζήτηση στο facebook σε Greeklish δεν θα μπορούσε να αναπληρώσει μια τέτοια απώλεια.


Οι Έλληνες μαθητές πρέπει να συνεχίσουν να διδάσκονται την αρχαία ελληνική. Θα έμοιαζε σουρεαλιστικό αν οι Έλληνες μαθητές στη χώρα από την οποία προήλθε η γλώσσα θα έπρεπε να έχουν την ίδια τύχη με εμένα – να τους στερηθεί η πρόσβαση σε αυτό που καταρχάς έκανε το λαό τους σπουδαίο. Η αρχαία ελληνική γλώσσα δεν θα πρέπει να γίνει όμηρος μιας στείρας πολιτικής συζήτησης πάνω στο κράτος, τη θρησκεία και την πολιτιστική κληρονομιά. Αν πρέπει υψηλόβαθμα (και αμφιλεγόμενα) πρόσωπα της Ορθόδοξης Εκκλησίας να στρέφονται κατά αριστερών βουλευτών ας συγκρουστούν για πολιτικά ζητήματα. Όχι για μια γλώσσα που έχει υπάρχει εκπαιδευτικό πλεονέκτημα για αιώνες.

* Ο κ. Φρανκ Ενγκελ είναι ευρωβουλευτής, μέλος του Χριστιανικού Κοινωνικού Λαϊκού Κόμματος (CSV), επικεφαλής της ομάδας ευρωβουλευτών του Λαϊκού Κόμματος του Λουξεμβούργου.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Καθημερινή





Έντυπη Έκδοση

Παιδεία και Αρχαία Ελληνικά

Η επικοινωνία με τα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων στην ίδια τη γλώσσα τους αποτελεί εξαίσια πνευματική απόλαυση, με βαθύτατη παιδευτική επενέργεια
Η παιδεία σήμερα υπέχει οξύτατα προβλήματα, και προς αξιοποίηση των νέων δυνατοτήτων και προς ικανοποίηση των νέων αναγκών, των συνυφασμένων προπάντων με τη γοργότατη πρόοδο των θετικών επιστημών και της τεχνικής. Δεν έπαυσε όμως η παιδεία να έχει ως κύριο σκοπό τη διάπλαση του νέου ανθρώπινου πλάσματος σε ηθικοπνευματικά συγκροτημένο άνθρωπο, ικανό για τον αυτοκαθορισμό της ζωής του με τρόπο άξιο. Και δεν συμβαίνει σε καμιά χώρα να μην αποσκοπεί επίσης η παιδεία τη συντήρηση και την ανάπτυξη του ιδιαίτερου πνευματικού πολιτισμού και της ιδιαίτερης γλώσσας του λαού της.
Η παιδεία του ελληνικού λαού σήμερα έχει ορισμένα χαρακτηριστικά βαρυσήμαντα. Και για την ηθικοπνευματική διάπλαση των μαθητών και για τη συντήρηση και ανάπτυξη του εθνικού πολιτισμού, διαθέτει μέγα πλούτο εκπαιδευτικών αγαθών υπέρτατης αξίας, με οικουμενική ακτινοβολία. Εννοούμε τα έργα της ελληνικής γραμματείας, αρχαίας προπάντων, αλλά και μεταγενέστερης, ή και τα έργα της ελληνικής τέχνης, αρχαίας και βυζαντινής. Εξ άλλου, η γλώσσα, ως όργανο και ως αντικείμενο της ελληνικής παιδείας σήμερα, είναι και μητρική γλώσσα των μαθητών και σύγχρονη φάση μιας εξαίρετης γλώσσας με ηλικία χιλιετιών και με ανταύγεια οικουμενική επίσης.
Πρόβλημα καίριο άρα της ελληνικής παιδείας, εκτός από άλλα, είναι, πώς θα εμπεδωθεί η επικοινωνία των σημερινών Ελλήνων με το μοναδικό αυτό πλούτο ελληνόγλωσσων πνευματικών αγαθών, και πώς θα καλλιεργηθεί η σημερινή γλώσσα του ελληνικού λαού, ώστε να αποκτήσει άκρα επάρκεια.
Χρειαζόμαστε κατ' εξοχήν σήμερα, στην πολύτροπη και ταχύρρυθμη κοινωνία μας, πολυδύναμη γλώσσα με άρτια λειτουργικότητα, ώστε να παρέχει ευχέρεια για έκφραση, αυθόρμητη σχεδόν, με ακρίβεια και σαφήνεια, στον καθημερινό βίο, ή και να συμβάλλει στη γνήσια πνευματική διάπλαση των ανθρώπων, και ακόμη να μην υστερεί στην υπηρεσία της επιστήμης, της τεχνολογίας, της γραφειοκρατίας.
Επιβάλλεται, άρα, η πολυφρόντιδη καλλιέργεια της σημερινής γλώσσας του ελληνικού λαού προς επάρκειά της πολλαπλή, και πρέπει να επιτελείται με πρόσφορο τρόπο, σύμφωνα και προς τις υποδείξεις της γλωσσολογίας και της παιδαγωγικής. Μεγάλη όμως αρωγή έχει να δεχθεί η απαραίτητη αυτή καλλιέργεια, πιστεύομε, από την οικείωση των σημερινών Ελλήνων, σε κάποιο βαθμό έστω, με τις προγενέστερες φάσεις της ελληνικής γλώσσας.
Η επικοινωνία με τα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων στην ίδια τη γλώσσα τους αποτελεί εξαίσια πνευματική απόλαυση, με βαθύτατη παιδευτική επενέργεια. Σε πολύ μικρότερο βαθμό έχει παρόμοιο αποτέλεσμα η επικοινωνία διαμέσου των μεταφράσεων, όπου χάνεται σε μέγα βαθμό η απαράμιλλη μορφή των κλασικών αυτών κειμένων, η συντελεστική του απενανάληπτου κάλλους και της νοηματικής τους πυκνότητας, καθώς και της ενάργειας και βαθυσημίας τους.
Εξ άλλου, η αττική προπάντων γλώσσα, η τρισένδοξη αυτή και ιστορικά σημαντικότατη φάση της ελληνικής γλώσσας, αποτελεί καθεαυτήν έξοχο παιδευτικό αγαθό, με την πνευματικότατη συγκρότησή της, όπου συναιρούνται υποδειγματικά η λογική δομή και η αισθητική χάρη.
Η σημερινή κατάσταση της Μέσης Παιδείας στη χώρα μας, καθώς η διδασκαλία των έργων των αρχαίων Ελλήνων από το πρωτότυπο περιορίζεται σε μόνα τα Λύκεια, εκτός από τα γνωστά πρακτικά μειονεκτήματα, έχει και ηθικό ελάττωμα, ιδιαίτερα έκδηλο για μία δημοκρατική χώρα, όπου η υποχρεωτική εκπαίδευση των παιδιών του λαού σταματάει πριν από τη μαθητεία τους σε Λύκεια. Με αυτήν δηλαδή χωρίζονται οι αυριανοί πολίτες σε δύο κατηγορίες: αυτούς που γνώρισαν ώς κάποιο βαθμό την εθνική γλώσσα τους ολόκληρη και γεύθηκαν τους πνευματικούς θησαυρούς της εθνικής τους κληρονομιάς από το πρωτότυπο, και αυτούς που μόλις αξιώθηκαν να γνωρίσουν κάπως τη σημερινή μόνο φάση της εθνικής γλώσσας τους και να γευθούν απλώς σε αφυδατωμένη μορφή τους εθνικούς τους πνευματικούς θησαυρούς.
Μέλημα της εκπαιδευτικής πολιτικής πρέπει να είναι το παρόν και το μέλλον του ελληνικού λαού. Πιστεύομε, όμως, ότι η ζωή του και η προκοπή του, και σήμερα και στο μέλλον, ωραΐζεται και πλουτίζεται και στηρίζεται από την όσο το δυνατόν πιο γνήσια επικοινωνία με τα κλασικά έργα της ελληνικής γραμματείας, πρόσφορα και να τον καταστήσουν ικανό για δημιουργική προσαρμογή προς καινούργιες συνθήκες εργασίας και ζωής. Επίσης πιστεύομε, ότι πολύτιμο στοιχείο εθνικής αυτογνωσίας των Ελλήνων, και μάλιστα όσων ζουν διασπαρμένοι σε μακρινές χώρες της υφηλίου, είναι η γνώση της ελληνικής γλώσσας. Για τους Ελληνες της διασποράς προπάντων, η γνώση, έστω σε κάποιο βαθμό, και της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, ή και ορισμένων χωρίων από τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, αποτελεί αυθεντικό στοιχείο εθνικής ταυτότητας, αλλά συχνά και τίτλο ευγένειας προς τους ξένους.
Πιστεύομε ακόμη ότι ο ελληνικός λαός είναι θεματοφύλαξ των έργων της κλασικής ελληνικής γραμματείας, με ειδική ευθύνη απέναντι ολόκληρης της ανθρωπότητας. Και ως στόχο απώτερο βλέπομε την ανάδειξη της χώρας μας σε περίβλεπτο σπουδαστήριο της Οικουμένης για τα ελληνικά γράμματα, πολύτιμα και ανυπέρβλητα ως αγαθά παιδείας, με αξία πανανθρώπινη. Ας σημειωθεί, ότι οραματισμό παρόμοιο είχε και ο διάσημος αρχηγός προπολεμικά του δημοτικισμού Δ. Γληνός.
Προτείνομε, λοιπόν, σήμερα, προς συμπλήρωση όσων θέσπισε η Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση πριν από ένδεκα χρόνια.
Οι μαθητές ήδη των τελευταίων τάξεων του Δημοτικού να μαθαίνουν, παρέμβλητα σε κάποιο μάθημά τους, αποφθέγματα σε αρχαία ελληνική γλώσσα, όπως «μηδέν άγαν», «μέτρον άριστον» ή και ιστορικές φράσεις με αποφθεγματική αξία στην ίδια γλώσσα, όπως «μολών λαβέ», «πάταξον μεν, άκουσον δε», «βάρβαροι μεν, άνθρωποι δε».
**Στο Γυμνάσιο να συνεχισθεί με τον ίδιο ρυθμό η θεσπισμένη από το 1976 διδασκαλία των έργων της κλασικής ελληνικής γραμματείας από μεταφράσεις δόκιμες. Παράλληλα, όμως, επί μία ή δύο ώρες την εβδομάδα να διδάσκονται οι μαθητές από την πρώτη ήδη τάξη του Γυμνασίου με τον πιο επαγωγό τρόπο στοιχεία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και ορισμένα κατάλληλα κείμενα ή έστω αποσπάσματα κειμένων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στο πρωτότυπο.
**Ευεργετική θα είναι η άμεση αυτή γνωριμία με τη γλώσσα και τα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων και για όσους μαθητές θα συνεχίσουν και για όσους δεν θα συνεχίσουν να μαθητεύουν ύστερα από το Γυμνάσιο. Η γυμνασιακή αυτή σπουδή της αρχαίας γλώσσας, πολύ αποδοτική στην ηλικία των δώδεκα έως δεκαπέντε ετών, θα έχει αρκετά προετοιμάσει τους πρώτους, ώστε να επαρκέσει γι' αυτούς η επί τρία έτη διδασκαλία στο Λύκειο της αρχαίας γλώσσας και των αρχαίων κειμένων, η ανεπαρκέστατη μάλλον σήμερα. Και οι δεύτεροι, εξ άλλου, θα έχουν αποκτήσει κάποια γνωριμία, έστω μικρή, με τον αρχαίο ελληνικό λόγο, αδροχάρακτη όμως στη μνήμη τους, όπως όλες οι μαθήσεις του Γυμνασίου, ώστε μάλιστα οι πιο αισθαντικοί μεταξύ τους και να εμψυχώνονται σε οριακές στιγμές της ζωής τους από τον απόηχό του μέσα τους.
Με τη συμπλήρωση αυτή, η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1976 θα υπηρετεί ακόμη πιο θετικά την παιδεία του ελληνικού λαού. Πρέπει, εξάλλου, πιστεύομε, και να βοηθηθεί με αξιοποίηση των ανεκτιμήτων, αφάνταστων άλλοτε, μορφωτικών δυνατοτήτων, όσες ενέχουν το ραδιόφωνο και η τηλεόραση. Αξίζει να προστεθούν στο πρόγραμμά τους διδασκαλία σε κατάλληλη μορφή και με πρόσφορη μέθοδο στοιχείων της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και παρουσίαση από άξιους εκφωνητές μικρών, ειδικά επιλεγμένων, κειμένων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Η τηλεόραση και το ραδιόφωνο έχουν σοβαρή αποστολή, όχι δηλαδή την όποια τέρψη των ακροατών και τηλεθεατών ή την προβολή του έστω έξοχου ταλάντου κάποιων καλλιτεχνών, και προπάντων όχι τη μεγάλη ακροαματικότητα καθεαυτήν, αλλά τη γνήσια παιδεία, εξωσχολικά, του ελληνικού λαού, προς εξύψωση της στάθμης της πνευματικής του αισθαντικότητας και της εθνικής αυτογνωσίας του.


"Η αρχαία Ελληνική γλώσσα είχε ανωτερότητα και εξακολουθεί να έχει απέναντι σε όλες τις νεώτερες γλώσσες και, γιατί όχι, απέναντι σε όλες τις λατινικές, γερμανικές ή σλαβικές. Αυτό το εργαλείο είναι το τελειότερο πνευματικό εργαλείο που σφυρηλάτησε ποτέ η ανθρώπινη νόησις".

M. Ventris (Άγγλος αρχιτέκτονας και μελετητής των κλασικών γραμμάτων)